Κάποτε, πριν χρόνια πολλά,
-στα παιδικά μου χρόνια-,
που ήτανε χρόνια δύσκολα,
κι ήταν «πέτρινα» χρόνια…
Τα γεύματα ήταν λιτά,
και το ψωμί ημερών,
τα όσπρια, τα γεώμηλα,
γεύμα καθημερινόν.
Ποτέ, σαν παιδιά δεν φάγαμε,
σάντουιτς, κρουασάν,
λιχουδιές, που όλοι σήμερα
γι αυτές κάνουν το … παν!
Σ’ ένα «σοφρά» καθόμασταν,
το φαγητό να φάμε,
πέντε νομάτοι γύρω του,
χωρίς να … βαρυγκωμάμε.
Το ντύσιμο; κι αυτό φτωχό,
ρούχα πάντα παλιά.
Πολλές φορές των αδελφών,
κι ας ήτανε φαρδιά.
Το διάβασμα γινότανε,
πάντα με το καντήλι,
γιατί αυτό μας έφεγγε,
σαν έπεφτε το δείλι.
Το καλό φως, το ηλεκτρικό,
ήρθε πολύ αργά,
κι αυτό ήταν πολυτέλεια,
για όλα τα χωριά.
Με τα κρύα, τον χειμώνα,
έκαιγε φωτιά στο τζάκι,
κι αργότερα η ξυλόσομπα,
μας ζέσταινε λιγάκι.
Και στο σχολείο πάντοτε,
για να καίει η θερμάστρα,
φέρναμε από δύο ξύλα
και φροντίζαμε την … πάστρα.
Στην πόλη κατεβαίναμε,
μια δυο φορές το χρόνο,
να πάμε, σε κάποιο γιατρό,
ή για λίγα ψώνια μόνο.
Ως τουαλέτες είχαμε,
κάποια γωνιά εκεί έξω,
κι έλεγες, κάποτε, ως εκεί
μπορεί να μην … αντέξω.
Χαρτί υγείας; Πρόχειρο,
κάθε παλιό τετράδιο,
γραμμένο κι άχρηστο πια,
κι ας μην ήτανε και άδειο.
Μα, η μεγάλη αγγαρεία
ήταν πάντα το νερό,
που έπρεπε απ’ το πηγάδι,
να μας έρθει … δροσερό.
Και αλήθεια, τότε, τα πηγάδια,
ήταν κάπως λιγοστά,
και χρονοβόρα ήτανε
η πρόσβαση σ’ αυτά.
Άλλο, πιο συχνό πρόβλημα
ήτανε το λαγήνι,
γιατί ήτανε πήλινο, κι αν έσπαγε;
σκεφτόσουν τι θα γίνει!
Ραδιόφωνο, τηλεόραση,
δεν μας απασχολούσαν,
έλειπαν απ’ τα σπίτια μας
κι ίσως, γι αυτό … «αργούσαν»!
Κοντολογίς ήταν λιτή,
κι απέριττη η ζωή,
στα πέτρινα τα χρόνια
και δύσκολη πολύ!!
Από την ανέκδοτη συλλογή «Φιλοκαλία». Αθ. Παπατριανταφύλλου